previous
next

Νέα Ορλεάνη, Τζάνις Τζόπλιν και Southern Comfort: Η ιστορία ενός λικέρ με εκατομμύρια πωλήσεων

Articles

Βρισκόταν άνετα στην κορυφαία δεκάδα με τα πλέον ευπώλητα ποτά για τουλάχιστον δυο δεκαετίες. Το σέρβιραν πάντα με κόκα κόλα και δεν υπήρχε κλαμπ που να μην έχει ανά πάσα ώρα και στιγμή, τουλάχιστον μισή ντουζίνα κιβώτια στην κάβα του. Αλλά και στα μπαρ, αποτελούσε σταθερή αξία στις παραγγελίες, πρώτη επιλογή για κάποιον που έπινε ουίσκι, αλλά «εκείνη τη βραδιά ήθελε κάτι διαφορετικό», έφευγε σωρηδόν σε σφηνάκια και ήταν και ένα από εκείνα που βρίσκονταν στην άτυπη λίστα με ποτά που «δεν νοθεύονταν». Μια λίστα που ψιθυριζόταν συνωμοτικά από μύστη σε μύστη. Μετά από τέτοια «καριέρα», εύλογα κανείς θα ήθελε να ξέρει, αφενός από πού ξεκίνησε, αλλά και πώς συνεχίζει σήμερα το ταξίδι του το Southern Comfort.

Μπορεί το Southern Comfort να αποτελούσε αναπόσπαστο κομμάτι του Zeitgeist των 80’s και 90’s, ενδεχομένως και των πρώτων χρόνων της νέας χιλιετίας, όμως η γέννηση και οι ρίζες του μας γυρίζουν πολύ πίσω, στα πρώιμα χρόνια της αναμειγνυολογίας και αμερικανικής ποτοποιίας. Μάλιστα η πρώτη του συνταγή είχε και διαφορετικό όνομα!

Ο Martin Wilkes Heron λέγεται πως ευθύνεται για τη δημιουργία του Cuffs & Buttons, ενός κοκτέιλ με βάση το μπέρμπον, που πρωτοσέρβιρε το 1874 στο McCauley’s Tavern, ένα σαλούν στη γαλλική συνοικία της Νέας Ορλεάνης στο οποίο εργαζόταν ως μπάρμαν. Ονομάστηκε έτσι γιατί συνδύαζε μπέρμπον με μέλι και γάρνιρε το ποτήρι με μια φλούδα λεμονιού στην οποία είχε καρφώσει καρφάκια γαρύφαλλου. Η γαρνιτούρα του θύμιζε μανσέτες πουκαμίσου με κουμπιά, εξού και το όνομα.

Ο Heron την ψυλλιάζεται αμέσως. Αποφασίζει να εμφιαλώσει το κοκτέιλ του, να του αλλάξει όνομα σε Southern Comfort και να το πολιτογραφήσει Αμερικανό πολίτη, πατεντάροντας εν έτει 1889 τη συνταγή —”None Genuine But Mine” ήταν το πρώτο tagline της φιάλης. Την επόμενη δεκαετία θα το διαδώσει στις περισσότερες μεγάλες πόλεις των νοτίων πολιτειών, άλλωστε κι εκείνος απασχολείτο σε διάφορες, από τη Νέα Ορλεάνη, μέχρι το Μέμφις και το Σαιν Λούις, θα αποσπάσει βραβείο από την Παγκόσμια Έκθεση του Παρισίου του 1900 και θα ανοίξει εντέλει κι ένα ολοδικό του μπαρ. Εκεί, σέρβιρε κι ένα κοκτέιλ με Southern Comfort, για το οποίο είχε αναρτήσει και μια επιγραφή, που πληροφορούσε τους πελάτες του σχετικά με την κατανάλωσή του: ”Two per customer. No Gentleman would ask more.”

Προφανώς, μετά τα χρυσά χρόνια των μπαρ, ήρθε η Ποτοαπαγόρευση για να τα τινάξει όλα στον αέρα. Το Southern Comfort εξαφανίστηκε από τα ράφια, όπως και όλα τα ποτά, η μοίρα όμως του επιφύλασσε κι άλλα λαμπρά επεισόδια. Με το τέλος της Ποτοαπαγόρευσης ξαναβγήκε στο φως και μάλιστα με μια λάμψη που το έφερε σιγά-σιγά από τη γαλλική συνοικία της Νέας Ορλεάνης ως τις μεγαλύτερες σκηνές της αμερικανικής ποπ κουλτούρας. Και σε αυτό, βοήθησε η Τζάνις Τζόπλιν.

Southern Comfort

Το Southern Comfort υπήρξε για την Αμερικανίδα ό,τι το Jack Daniel’s για τον Φράνκ Σινάτρα ή για τον Σλας των Guns ‘N’ Roses. H Τζόπλιν το αποκαλούσε χαϊδευτικά SoCo, το κρατούσε σαν μικρό φυλαχτό στη σκηνή και φωτογραφιζόταν μαζί του. Ήταν κατά γενική ομολογία τόσο πολύ ταυτισμένη με το brand, ώστε η εταιρεία τής έστειλε κάποια στιγμή ένα γούνινο παλτό, ως «ευχαριστώ» για τη δωρεάν διαφήμιση. Κανένα marketing agency δε θα μπορούσε να στήσει πιο επιδραστική, αλλά και ξεκάθαρα ροκ καμπάνια από αυτή: μια φιάλη στα χέρια της μεγαλύτερης ιέρειας της ψυχεδελικής σκηνής. Και όλο αυτό, αυθύπαρκτα.

Είχε προλάβει βέβαια να ταυτιστεί και με το «Όσα παίρνει ο άνεμος», το θρυλικό έπος που εξιδανίκευε τον αμερικανικό Νότο. Το Southern Comfort βρήκε ιδανικό και πρόσφορο έδαφος στο σκηνικό αυτό και η καμπάνια που ακολούθησε την ταινία, όπως και το κοκτέιλ Scarlett O’Hara —το όνομα της πρωταγωνίστριας— με Southern Comfort που δημιουργήθηκε, εκτόξευσαν τη δημοτικότητά του.

Τα επόμενα χρόνια, παρ’όλα αυτά, και για κάποιον, αδιευκρίνιστο λόγο, το Southern Comfort έγινε σούπερ μέινστριμ. Ίσως κάλυψε μια από τις ανάγκες του ευρέως κοινού, εκείνη για κάτι πιο γλυκό, πιο εύκολο, πιο απαλό, πιο σέξι —ο λόγος για τον οποίο κυκλοφόρησε, άλλωστε και το 1874! Και ποτέ δε διεκδίκησε και την αίγλη του οποιουδήποτε σπουδαίου ποτού, ούτε ήθελε επ’ ουδενί να γίνει single malt ή κάτι σαν κι αυτό, παρά συνοδευόταν σχεδόν αποκλειστικά με κόκα κόλα και πάγο, σερβιριζόταν σε σφηνάκια και πρόσφερε μια πιο γλυκιά εναλλακτική στους πιο πιτσιρικάδες ή στους πιο άμαθους στον χώρο των ποτών. Σε κάθε περίπτωση, το φαν κλαμπ του υπήρξε σταθερά και εντυπωσιακά μεγάλο.

Όμως κάπου στα 2000s αυτό άλλαξε. Η Brown-Forman, στην οποία ανήκε εκείνη την εποχή το Southern Comfort, αποφάσισε να το… εκσυγχρονίσει. Αντί για ουίσκι, η βάση του άλλαξε σε ουδέτερη αλκοόλη με «γεύση ουίσκι». Η αλλαγή δεν έκατσε καλά σε κανέναν: οι φαν του ένιωσαν προδομένοι, οι νεαροί καταναλωτές ξαφνικά το βρήκαν όλντσκουλ και παρωχημένο και οι θαμώνες των ουισκόμπαρων το έθεσαν εκτός παιχνιδιού, απαιτώντας λογικά να μην το βλέπουν καν στα back bar των αγαπημένων τους στεκιών. Οι πωλήσεις κατρακύλησαν και το SoCo έχασε το κύρος που απολάμβανε στα 80s και 90s.

Το 2016, η Brown-Forman το ξεφορτώθηκε έναντι 543 εκατομμυρίων δολαρίων, για να περάσει στα χέρια της Sazerac. Από τότε προσπαθεί να ξαναβρεί την ταυτότητά του ή/και να επανεφεύρει τον εαυτό του· δύσκολο εγχείρημα, ομολογουμένως. Επανέφερε το ουίσκι στη βάση του ποτού, τόλμησε με διαφορετικές εκδοχές και συνταγές, άλλαξε και το branding του, με ευθεία αναφορά πλέον στη Νέα Ορλεάνη. Μιας και ανέφερα όμως το branding, αξίζει να αναφέρω, πιστεύω, πως το Southern Comfort πρόλαβε κι αυτό να πέσει θύμα της πολιτικής ορθότητας, όπως άλλωστε και η ταινία με την οποία ταυτίστηκε, το «Όσα παίρνει ο άνεμος». Σε κεντρικό σημείο στη φιάλη που μεγάλωσε γενιές και γενιές, μέχρι και το 2010 αποτυπωνόταν η Φυτεία Woodland της Νέας Ορλεάνης, μια προπολεμική έπαυλη στο West Pointe à la Hache, που έχει ενταχθεί στο Εθνικό Μητρώο Ιστορικών Σημείων των ΗΠΑ. Όταν ανασχεδιάστηκε η φιάλη, το 2010, αποφασίστηκε να αφαιρεθεί από αυτή, καθώς για πολλά χρόνια αυτή λειτουργούσε ως φυτεία ζαχαροκαλλιέργειας με σκλάβους.

Woodland Plantation

Η έπαυλη του Woodland Plantation λειτουργεί σήμερα ως bed & breakfast

Το Southern Comfort σήμερα έχει καταφέρει να ανακάμψει ελαφρώς από τη μεγάλη ομολογουμένως κατρακύλα και διατηρεί ένα αξιοσέβαστο μερίδιο από την αγορά των επώνυμων λικέρ. Και παρόλο που δεν κατάφερα να βρω επίσημα στοιχεία, φαντάζομαι πως είναι και πάλι αρκετά χαμηλότερα από την περίοδο δόξας του, εκεί πίσω στα 90’s. Λογικό όμως δεν είναι; Το Southern Comfort άλλωστε ποτέ δεν αποτέλεσε αναπόσπαστο συστατικό σε κάποιο κλασικό κοκτέιλ ή παρασκευή, και μολονότι διαθέτει μακρά ιστορία, δεν κατάφερε να την εξαργυρώσει με την αναβίωση των κλασικών ποτών και κοκτέιλ. Μπορεί να μην βρίσκεται πια στο επίκεντρο της κατανάλωσης, μπορεί να μην είναι διαθέσιμο σε κάθε μπαρ, όμως παραμένει παρόν, κουβαλώντας μάλιστα μια κληρονομιά σπάνια για λικέρ της κατηγορίας του. Μια κληρονομιά που ξεκινά το 1874 στη Νέα Ορλεάνη…

ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΥΤΟ ΕΓΡΑΨΕ

Ο Γιάννης Κοροβέσης βρίσκεται στο χώρο της εστίασης για περισσότερα από είκοσι χρόνια. Βετεράνος μπαρτέντερ, δημιουργός του Bitterbooze.com εν έτει 2011, βασικός εισηγητής της σχολής Le Monde στο τμήμα του...
ΔΙΑΒΑΣΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

"Νέα Ορλεάνη, Τζάνις Τζόπλιν και Southern Comfort: Η ιστορία ενός λικέρ με εκατομμύρια πωλήσεων"

Articles

Δημοσιεύτηκε στις 18/09/2025