Οι The Whisky Friends πέτυχαν το μέχρι στιγμής ακατόρθωτο: Εμφιάλωσαν το πρώτο ελληνικό ουίσκι!
Γιαννης Κοροβεσης•Articles
Μια παρέα εννιά φίλων με αγνή, ανόθευτη αγάπη για το ουίσκι, έπειτα από χρόνια διαβουλεύσεων και άλλα τόσα αναζήτησης συνεργατών, πάλης με τη γραφειοκρατία, αλλά και αναμονής, όσο το απόσταγμα ωρίμαζε στο βαρέλι, κατάφερε να πετύχει κάτι που μέχρι σήμερα έμοιαζε ακατόρθωτο. Το πρώτο ελληνικό ουίσκι, το The Whisky Friends #1, είναι πλέον γεγονός, με σκοπό όμως, όχι την εμπορική εκμετάλλευση —δε θα το βρείτε σε μπαρ ή σε κάβες— αλλά το μοίρασμα. Όπως λένε και οι ίδιοι, είναι ένα ουίσκι από φίλους, για φίλους.
Μη φανταστείτε, πάντως, πως αυτή η μη-εμπορική εκμετάλλευση του τρίχρονου αυτού ελληνικού ουίσκι, συνεπάγεται και προχειρότητος, έλλειψης οράματος ή πασαλείμματος στο τελικό αποτέλεσμα. Η ομάδα είχε ξεκαθαρίσει εξαρχής πως ήθελε να ολοκληρώσει το εγχείρημα καθόλα νόμιμα, ακολουθώντας την σκοτσέζικη μεθοδολογία και την ευρωπαϊκή νομοθεσία, αλλά και όσο πιο «ελληνικά» είναι δυνατόν.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Μια φορά κι έναν καιρό, που λέμε και στα παραμύθια, ήταν μια παρέα φίλων, η οποία αγαπούσε το ουίσκι. Ένα βράδυ από εκείνα που συναντιόντουσαν προς δοκιμή ενός ακόμη line-up με ουίσκι, προς τέρψιν του ουρανίσκου τους και μόνο, κάποιος από την παρέα πέταξε την ιδέα: «Γιατί δε φτιάχνουμε εμείς το πρώτο ελληνικό ουίσκι;» Δεν είμαι σίγουρος αν αρκούσε η πρώτη αυτή κουβέντα για να μπει στο μυαλό τους ο σπόρος της τρελής αυτής ιδέας, λίγα χρόνια όμως μετά, βρέθηκαν με 311 φιάλες από ένα απόσταγμα που κανείς στη μέχρι τώρα ιστορία της ελληνικής ποτοποιίας, δεν είχε καταφέρει να δημιουργήσει.
Βλέπετε, η γραφειοκρατία υπήρξε για τους περισσότερους ένας ανίκητος εχθρός, ένας αντίπαλος με τον οποίο δεν αποφάσιζαν καν να μπλέξουν. Και η παραγωγή του ουίσκι στην Ελλάδα δεν εντασσόταν —μέχρι πριν λίγους μήνες— σε κανένα (φορολογικό) πλαίσιο, άρα, πρακτικά δεν μπορούσε κανείς να παράγει νόμιμα.
Αλλά ήταν και το άλλο, ίσως το πιο σημαντικό· το ουίσκι είναι δύσκολη επένδυση. Αποστάζεται κάτι σήμερα και μπορεί να πωληθεί μετά από τουλάχιστον τρία χρόνια. Άρα, ας υποθέσουμε πως κάποιος αποφασίζει να ιδρύσει μια νέα εταιρεία παραγωγής ουίσκι. Θα πρέπει να γνωρίζει ότι τα πρώτα έσοδά του θα έρθουν μετά από μια τριετία, μέχρι τότε, μόνο έξοδα θα έχει! Σημαντικό και καθόλου αμελητέο για τον παραγωγό.
Άλλωστε, και στην περίπτωσή μας, στο παραμύθι που όμως έγινε πραγματικότητα, πιο δύσκολο πρόβλημα για τους The Whisky Friends και το πρώτο ελληνικό ουίσκι απεδείχθη η εξεύρεση ενός αποστακτηρίου που θα έδειχνε την απαραίτητη προθυμία, διάθεση και τεχνογνωσία ώστε να πραγματοποιηθεί η απόσταξη. Οι ίδιοι μου εξομολογούνται πως παντού συνάντησαν κλειστές πόρτες, κανείς δεν ήθελε να ασχοληθεί, κανείς δεν ήθελε να διαθέσει τις εγκαταστάσεις του για να ζυμώσει και να αποστάξει βύνη κριθαριού και όσοι δέχθηκαν, τους πρότειναν να το κάνουν… «στη ζούλα». Δεν ήταν αυτό που είχαν ονειρευτεί οι The Whisky Friends.
Παρ’ όλα αυτά, το εγχείρημα πραγματοποιήθηκε, πέτυχε και ο «ασθενής επέζησε». Η ομάδα αγόρασε βιολογικό, δίστιχο κριθάρι από τη Ζυθοποιία Μακεδονίας Θράκης (aka Βεργίνα), η οποία διατηρεί στη Βόρεια Ελλάδα τις δικές της καλλιέργειες και βρήκε τον κατάλληλο συνεργάτη παραγωγής στην εταιρεία Αφοί Σταθόπουλοι ΟΕ, μια ποτοποιία-αποσταγματοποιία που παράγει ούζο, τσίπουρο και διάφορα λικέρ στον Άγιο Βασίλειο Αχαΐας, υπό τον διακριτικό τίτλο του Chris distillery.
Η ζυθοποίηση πραγματοποιήθηκε στις εγκαταστάσεις του Chris distillery, υπό την επίβλεψη του ζυθοποιού Αυγουστίνου Ευριπιώτη της ζυθοποιίας Alea. Κάπως έτσι, το κριθάρι βυνοποιήθηκε, αλέστηκε, πολτοποιήθηκε και ζύμωσε με δύο διαφορετικές μαγιές για δέκα ολόκληρες μέρες(!), δημιουργώντας ένα ζυμωμένο γλεύκος (wash) με αλκοολικούς βαθμούς σχετικά υψηλούς, 9,5%.
Κάπου εκεί ανέλαβε δράση ο αποσταγματοποιός του Chris distillery, βάζοντας σε λειτουργία τον χάλκινο άμβυκά, 1400 λίτρων, ο οποίος αφού καθαρίστηκε σχολαστικά και ρυθμίστηκε κατά τα συμφωνηθέντα, απέσταξε το ζυμωμένο γλεύκος σε δύο παρτίδες και δύο φορές. Οι αποστάξεις διήρκεσαν μερικές ώρες και συγκέντρωσαν το αλκοόλ του ζυμωμένου γλεύκους μέχρι τους 31% αλκοολικούς βαθμούς στην πρώτη απόσταξη (low wines) και μέχρι τους 65,1% στη δεύτερη (new make).
Το (πρώτο) δύσκολο μέρος είχε περάσει. Τώρα έπρεπε το νεαρό απόσταγμα (new make) να περάσει τρία χρόνια τουλάχιστον μέσα σε δρύινα βαρέλια. Οι The Whisky Friends μετά από διαβουλεύσεις είχαν καταλήξει πως θα χρησιμοποιούσαν βαρέλια που πριν περιείχαν κρασί Vinsanto Σαντορίνης. Έτσι, ήρθαν σε επαφή με την εταιρεία Winebarrels – Κ. Χρησταντώνης στη Νέα Φιλαδέλφεια, η οποία τους προμήθευσε τέσσερα τέτοια βαρέλια, 225 λίτρων, που μόλις είχαν αδειάσει από Vinsanto. Καθώς όμως η επιθυμία της ομάδας ήταν να επιταχυνθεί η διαδικασία ωρίμασης, ζητήθηκε από τον κύριο Χρησταντώνη, αρχικά το ελαφρύ καψάλισμα του εσωτερικού τους και στη συνέχεια η μετατροπή τους σε έξι νέα, μικρότερα βαρέλια, 35 λίτρων χωρητικότητας. Το new make γέμισε τα μικρά, 35λιτρα βαρέλια και ξεκουράστηκε για τρία χρόνια, μέχρι τον Ιούλιο του 2024.
Αν έχετε ακούσει για το Angel’s share, το Μερίδιο δηλαδή των Αγγέλων, την ποσότητα του αποστάγματος που εξατμίζεται κατά τη διάρκεια της παραμονής του σε βαρέλι, ήρθε η ώρα να αναφερθώ και σε αυτό εν συντομία. Οι πιο τακτικοί αναγνώστες θα έχουν διαβάσει εδώ στο Bitterbooze.com, πως το Angel’s Share μπορεί να επηρεάσει περισσότερο το αλκοόλ ή το νερό, στο μείγμα του αποστάγματος, ανάλογα με τις κλιματολογικές συνθήκες της εκάστοτε αποθήκης ωρίμασης. Στην περίπτωσή μας, η επίδραση του Angel’s Share ήταν μεγαλύτερη στο νερό του μείγματος, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα οι αλκοολικοί βαθμοί να αυξάνονται με την ωρίμαση.
Ως εκ τούτου, το απόσταγμα των The Whisky Friends είχε ανεβάσει αλκοολικούς βαθμούς μέσα σε αυτά τα τρία χρόνια, έτσι, τρεις μήνες πριν το «απελευθερώσουν», πρόσθεσαν νερό, μια διαδικασία καθόλα νόμιμη. Με τούτα και με κείνα, τις αυξήσεις των αλκοολικών βαθμών και το νέρωμα από την ομάδα μας, το απόσταγμα βγήκε με αλκοολικό τίτλο 60%, ουίσκι πλέον, τόσο κατ’ όνομα όσο και κατ’ ουσία. Απέμενε μία μόνο τελευταία λεπτομέρεια. Η κρατική αναγνώριση.
Η ομάδα, ή μάλλον, πιο σωστά, το νόμιμα ιδρυθέν σωματείο των The Whisky Friends, είχε αιτηθεί κρατικής αναγνώρισης ως ουίσκι ή απόσταγμα βύνης, μια αναγνώριση που καθυστέρησε την κυκλοφορία του προϊόντος έναν ακόμη χρόνο. Τον χρόνο αυτόν που μεσολάβησε, το απόσταγμα παρέμεινε σε αδρανή δεξαμενή. Τελικά, τον Ιούλιο του 2025 δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως το ΦΕΚ που όριζε το απόσταγμα και κάπως έτσι, το πρώτο ελληνικό ουίσκι κατάφερε να εμφιαλωθεί.
Το The Whisky Friends #1 εμφιαλώθηκε σε 311 αριθμημένες φιάλες των 500ml, με αλκοολικό τίτλο 60%. Ξεχωρίζει αρχικά από το χρώμα του, έντονα σκούρο μαονί, πιο σκούρο από αντίστοιχα αποστάγματα της ηλικίας του, με πολλές ξανθιές ανταύγειες. Και είναι πολύ λογικό. Όπως έγραψα και πιο πάνω, σκοπίμως επιλέχθηκαν μικρότερης χωρητικότητας βαρέλια, ώστε η ωρίμαση να είναι πιο καταλυτική και πιο γρήγορη. Όσο μεγαλύτερη είναι η επιφάνεια του αποστάγματος που έρχεται σε επαφή με το ξύλο, τόσο πιο γρήγορη είναι η αλληλεπίδραση του ξύλου.
Η ομάδα των The Whisky Friends θα πρέπει να είναι περήφανη, καθώς η εμφιάλωση αυτή αποτελεί ήδη σταθμό για την ελληνική ποτοποιία, ενώ είμαι σίγουρος πως θα ανοίξει τον δρόμο και για άλλες εμφιαλώσεις. Οι Κωνσταντίνος Οικονομόπουλος, Γιάννης Χριστοφορίδης, Στέλιος Περιστέρης, Φάνης Σαλάτας, Τάκης Διάκος, Κίμων Πολυκράτης, Φραγκίσκος Σιγάλας, Τάσος Ρουμπεϊδης και Τάκης Παπαζήσης, όλα τα μέλη δηλαδή των The Whisky Friends, ως άλλοι πιονέροι, στέκονται στην αφετηρία —τολμώ να δηλώσω— μιας νέας εποχής. Όχι μόνο για το ουίσκι στην Ελλάδα, αλλά και για την ίδια την ιδέα της αρτιζάνικης παραγωγής. Παραγωγή που εκπορεύεται μέσα από την ανιδιοτελή αγάπη και την πλήρη αφοσίωση. Εσείς πάντως που διαβάζετε ετούτες τις αράδες, δε χρειάζεται να αγαπάτε το ουίσκι για να εκτιμήσετε αυτό που πέτυχαν. Αρκεί μόνο να αντιληφθείτε πως ακόμα υπάρχει χώρος για ιδέες που ξεκίνησαν με ένα «γιατί όχι;», και υλοποιήθηκαν με κόπο, συνέπεια και αξιοπρέπεια.
Συνήθως, κλείνω τα κείμενα παρουσίασης νέων προϊόντων, αναφέροντας την τιμή και τα σημεία που μπορείτε να τα βρείτε. Δυστυχώς ή ευτυχώς, δε μπορείτε να βρείτε το πρώτο ελληνικό ουίσκι σε κάποιο ράφι καταστήματος. Μπορείτε όμως να βρείτε/συναντήσετε/γνωρίσετε κάποιο από τα μέλη της ομάδας, ίσως το δοκιμάσετε μαζί του. Και, πιστέψτε με, απολαμβάνοντάς το παρέα με το σπινθηροβόλο βλέμμα τους, η απόλαυση αμέσως μεγιστοποιείται. Έτσι τουλάχιστον το δοκίμασα κι εγώ την πρώτη φορά!
All photos by Konstantinos Gkionis exclusively for Bitterbooze.com