«Αφήστε το κινητό, πιάστε ένα κοκτέιλ». Ο Alexandre Gabriel περιγράφει το αλκοόλ ως μέσο επανασύνδεσης.
Γιαννης Κοροβεσης•Inspiring Duders
Παραγωγός, μελετητής, entrepreneur και brand ambassador των προϊόντων που παράγει εδώ και τέσσερις δεκαετίες. Πιονέρος και οραματιστής. Ένας άνθρωπος που κατάφερε να βουτήξει τόσο βαθιά στην ιστορία και την κουλτούρα της ποτοποιίας, ενώνοντας με το αποτύπωμά του τις δύο ηπείρους που την όρισαν από την απαρχή της· την Ευρώπη και την Αμερική. Ο Alexandre Gabriel με την αστείρευτη δημιουργικότητα, το πάθος και την εμμονή στη λεπτομέρεια κατάφερε, από τη δημιουργία του Maison Ferrand, να γίνει συνώνυμο της ποιότητας και της ευρείας απήχησης, είτε φτιάχνοντας κονιάκ, ρούμι και τζιν, είτε πειραματιζόμενος με δημιουργίες που έσπασαν τις νόρμες, επανεφεύροντας ολόκληρες κατηγορίες ποτών. Τον συνάντησα στο πλαίσιο του Athens Bar Show 2025 και είχαμε μια διαφωτιστική και ταυτόχρονα απολαυστική, εκ βαθέων συζήτηση. Μίλησα μαζί του για όλα: τη φιλοσοφία του, τη σχέση του με την ομάδα του, την απόφαση να αλλάξει το όνομα του πιο επιτυχημένου brand του, την καινοτομία, τα ρίσκα, τις αμφιβολίες και τη χαρά της δημιουργίας.
Το πρώτο που αντιλαμβάνεσαι συζητώντας με τον Alexandre Gabriel είναι πως δε βλέπει τον εαυτό του ως CEO. Μιλά για την ομάδα του σαν να είναι οικογένειά του. Άλλωστε και το αρχηγείο του Maison Ferrand βρίσκεται μέσα στην ιστορική έπαυλη του Château de Bonbonnet, ενός κτιρίου του 18ου αιώνα, το οποίο είναι και… το σπίτι του. Όπως χαρακτηριστικά μου είπε: ξυπνά, ανοίγει την πόρτα του υπνοδωματίου του και ξαφνικά βρίσκεται… στο γραφείο του, καλημερίζοντας τους συνεργάτες του. «Ζούμε μαζί. Δεν είναι δουλειά, είναι κοινότητα. Δεν αντέχω το corporate μοντέλο. Δεν μπορώ να μην εμπλέκομαι προσωπικά».

Το Château de Bonbonnet
Παρομοιάζει όμως την ομάδα του και ως μια ροκ μπάντα. Και μπορεί ο ίδιος να διατελεί στιχουργός ή/και μουσικός παραγωγός, όλοι όμως μοιράζονται ένα κοινό όραμα, απλώς αντί για μουσική, φτιάχνουν αποστάγματα. Σε κάθε περίπτωση, δίνει χρόνο σε κάθε πρόσληψη νέων συνεργατών. Μετά από δύο χρόνια ουσιαστικής συνύπαρξης, και αφού συνειδητοποιήσουν και οι δύο πλευρές ότι μπορούν να συνεργαστούν, ότι ταιριάζουν τα χνώτα τους, τους καλωσορίζει και επίσημα, λέγοντάς τους: «Καλωσόρισες στην ομάδα, σου εγγυώμαι πως δε θα βαρεθείς ποτέ σου.»
Η δεύτερη μεγάλη αγάπη του Alexandre Gabriel είναι η δημιουργία. «Είμαι από τη φύση μου δημιουργικός τύπος και χειρωνάκτης. Δεν μπορώ να κάνω κάτι μόνο και μόνο επειδή είναι εμπορικά σωστό». Το τζιν Citadelle, ένα από τα πρώτα του μεγάλα στοιχήματα και ένα από τα πρώτα premium τζιν στον κόσμο, χρειάστηκε τέσσερα χρόνια έρευνας πριν κυκλοφορήσει. Το ίδιο και το Navy Rum που παρουσίασε φέτος στο Athens Bar Show. «Δεν λες απλώς “πάμε να φτιάξουμε ένα navy rum”. Λες “πάμε να καταλάβουμε τι είναι το navy rum”». Τονίζει πως οι ιδέες δεν προκύπτουν από marketing agencies ή μελέτες αγοράς. «Είμαι ο άνθρωπος των ιδεών. Ξυπνάω και λέω στην ομάδα: “κι αν κάναμε αυτό;”». Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το ‘’Hogo Monsta’’, ένα υπερσυμπυκνωμένο ρούμι που απευθύνεται αποκλειστικά σε επαγγελματίες. Στο σεμινάριό του στο ABS το παρουσίασε και σε λίγες εβδομάδες θα καταφθάσει και στην Ελλάδα, οπότε και θα προσπαθήσω να το παρουσιάσω, μόλις το πάρω στα χέρια μου. «Δεν είναι για όλους. Και δεν με νοιάζει. Θέλω οι κορυφαίοι μπαρτέντερ να έχουν ένα εργαλείο που κανείς άλλος δεν έχει».
Ο τρόπος δουλειάς του είναι σαφέστατα αντισυμβατικός, τουλάχιστον όπως τον περιγράφει ο ίδιος: πρώτα έρχεται η αγάπη για το όποιο νέο προϊόν, μετά η προσπάθεια της ομάδας του να το πουλήσει. «Οι marketers λένε ότι πρέπει πρώτα να κάνεις έρευνα αγοράς. Εγώ λέω: πρώτα το όραμα και μετά βλέπουμε. Μπορεί να μην το καταλάβει ο κόσμος αμέσως, αλλά δεν πειράζει». Μέχρι πριν από λίγα χρόνια, δεν υπήρχε καν τμήμα marketing στην Maison Ferrand, είτε το πιστεύετε είτε όχι. «Με τα λεφτά που θα δίναμε για marketing, προτιμούσα να αγοράσω άλλα 500 βαρέλια». Η γνώμη του όμως άλλαξε όταν γνώρισε την Angélique, μια ειδική στο marketing που έτυχε να έχει πάθος και για το ρούμι και η οποία τον έπεισε πως το storytelling των προϊόντων μπορεί να ενισχύσει την αποστολή της ομάδας.

Η έννοια της ομάδας δεν είναι θεωρητική. Ο Alexandre Gabriel έχει επενδύσει χρόνια στη στήριξη και την εξέλιξη των ανθρώπων του. Αναφέρει την περίπτωση ενός συνεργάτη του που του ζήτησε να φτιάξουν ένα γυμναστήριο επειδή ήθελε να ασχοληθεί με την άρση βαρών. Έγινε τελικά πρωταθλητής στη Γαλλία στην κατηγορία του. Ή μιας εργαζόμενης που λατρεύει τα σκυλιά και ήθελε να δημιουργήσει ένα καταφύγιο μηδενικού ενεργειακού αποτυπώματος. «Χτίζουμε μαζί. Έχουμε δική μας κατασκευαστική ομάδα. Χτίζουμε αποστακτήρες, κελάρια, κι αν χρειαστεί ακόμη και καταφύγια για σκυλιά». Ο ίδιος δε, συμμετέχει στα πάντα: από τη γευστική δοκιμή δειγμάτων από 60 έως 80 βαρέλια την ημέρα, μέχρι τις αγροτικές εργασίες στους αμπελώνες και τους ελέγχους στα αποστακτήρια σε Κονιάκ, Μπαρμπέιντος και Τζαμάικα.
Η καθημερινότητά του φαντάζει εξαντλητική, όμως ο ίδιος την περιγράφει με ενθουσιασμό. Ξενυχτά διαβάζοντας και ερευνώντας ιστορικές πηγές για το τρίτο του βιβλίο και ξυπνά δύσκολα, όπως παραδέχεται χαμογελώντας, από παιδί ακόμη στο αγρόκτημα των παππούδων του. Στη διάρκεια της ημέρας περνά από όλα τα στάδια της παραγωγής: από τις αποφάσεις για το ποιες δεξαμενές θα λειτουργήσουν, μέχρι το ποια παρτίδα θα εμφιαλωθεί και τι θα μπει σε ποιο βαρέλι. «Κάθε μέρα πρέπει να αντιμετωπίσεις κάτι. Άλλοτε είναι παγετός στο Κονιάκ, άλλοτε είναι τυφώνας στην Καραϊβική. Αυτή είναι η αληθινή ζωή του αγρότη».
Η πρόσφατη θεομηνία στην Τζαμάικα με τον τυφώνα Μελίσα χτύπησε σκληρά το ιστορικό Long Pond Distillery, προκαλώντας σοβαρές ζημιές. «Η Κατρίνα χτύπησε ως τυφώνας κατηγορίας 4 και προκάλεσε τις ζημιές που όλοι θυμάστε. Αυτός εδώ ήταν κατηγορίας 5, η υψηλότερη κατηγορία τυφώνα. Μέρος της στέγης αποκολλήθηκε. Ευτυχώς οι αποστακτήρες και οι δεξαμενές άντεξαν. Είμαστε αγρότες. Οι καταστροφές είναι μέρος της ζωής μας». Παρά τις δυσκολίες, εκείνοι συνεχίζουν.
Ένα άλλο μεγάλο βήμα του Maison Ferrand και του Alexandre Gabriel ήταν η μετονομασία του brand “Plantation“, ίσως του πιο επιτυχημένου του οίκου, σε “Planteray“. Η απόφαση, αν και επικίνδυνη εμπορικά, πάρθηκε λόγω των ιστορικών συνειρμών που δημιουργούσε η παλιά ονομασία. Τον ρωτώ αν πιστεύει πως τον ωφέλησε ή τον έβλαψε εμπορικά αυτή η αλλαγή. «Δεν είχαμε πρόβλημα με τις πωλήσεις, αν και μου πήρε έναν ολόκληρο χρόνο να πείσω τους τραπεζίτες μας. Με ρωτάς αν φοβήθηκα; Φυσικά, το ίδιο και η ομάδα μου. Αλλά όταν οι συνεργάτες μου από τα Μπαρμπέιντος μου εξήγησαν τι σημαίνει για κάποιους ανθρώπους η λέξη “plantation”, όταν μου μίλησαν για πράγματα που δε θες να ακούσεις, τότε συνειδητοποίησα πως το όνομα έπρεπε να αλλάξει. Δεν είναι απλώς ένα brand, είναι μια ολόκληρη αποστολή να μοιράσεις αγάπη. Αν κάτι που αφορά το brand σου πληγώνει κάποιους, τότε αυτό πρέπει να αλλάξει». Το νέο όνομα του brand μου εκμυστηρεύεται πως υπήρξε πρόταση του γιου του και πως προέρχεται από το φυτό και την αχτίδα του ηλίου, απαραίτητη για την καλλιέργεια του ζαχαροκάλαμου.

Ο Alexander Gabriel με τον υπογράφοντα στο Athens Bar Show 2025
Ανάμεσα στις νέες καινοτομίες που ετοιμάζει είναι και το Citadelle Zero, ένα τζιν χωρίς αλκοόλ, που προέκυψε ύστερα από πέντε χρόνια αποτυχημένων προσπαθειών. «Η υδροαπόσταξη είναι πολύ απαιτητική, αλλά τώρα είμαι σίγουρος πως τα καταφέραμε. Θέλω να μπορεί κάποιος να πιει ένα ωραίο κοκτέιλ χωρίς αλκοόλ, χωρίς να καταφεύγει σε γλυκερούς χυμούς». Επίσης ετοίμασε και ένα νέο Ferrand Dry Curaçao, με βάση όμως ρούμι και όχι κονιάκ, το Tropical Curaçao, το οποίο έκανε το ντεμπούτο του στο Bar Convent Berlin.
Ο Alexandre Gabriel δημιουργεί περί τις είκοσι νέες ετικέτες ρουμιού κάθε χρόνο! Αυτό από μόνο του εξηγεί γιατί δεν θα μπορούσε ποτέ να δουλέψει σε μεγάλη πολυεθνική. «Θα με απέλυαν κάθε μέρα», παραδέχεται γελώντας. Αλλά η ομάδα του καταλαβαίνει και αγαπά το πάθος του. Τα αποστάγματα που φτιάχνει πιστεύει πως δεν αποτελούν απλώς προϊόντα. Είναι εργαλεία. Είναι όργανα μουσικής. «Εμείς χτίζουμε τα όργανα. Οι μπαρτέντερ είναι οι μουσικοί».
Ο ίδιος βλέπει τους μπαρτέντερ σαν κοινωνικούς λειτουργούς. «Είναι λίγο σεφ, λίγο ψυχολόγοι, λίγο καλλιτέχνες, λίγο ροκ σταρ. Μπορούν να αλλάξουν τη μέρα κάποιου. Κι αυτό είναι σημαντικό. Είναι μια σπουδαία αποστολή». Όταν μάλιστα του επισημαίνω τις μελέτες που δείχνουν μειωμένη κατανάλωση σε αλκοόλ, ο ίδιος είναι ξεκάθαρος πως «Πρόκειται πιστεύω απλώς για στατιστικά στιγμιότυπα, όχι για προβλέψεις με διάρκεια, ούτε ως σημάδι αλλαγής νοοτροπίας», αντιμετωπίζοντάς τις με σκεπτικισμό.
Πιο συγκεκριμένα, πιστεύει πως οι έρευνες αυτές αποτυπώνουν μια ψυχολογική και κοινωνική συνθήκη φόβου που έχει επιβληθεί, είτε λόγω πανδημίας, είτε λόγω γεωπολιτικής αβεβαιότητας και η οποία έχει οδηγήσει σε εσωστρέφεια και κοινωνική αποσύνδεση. Αναφέρει μάλιστα και σχετικά στατιστικά που δείχνουν πόσο έχει αυξηθεί η μοναξιά ή πόσο έχει μειωθεί, αντίστοιχα, η σεξουαλική δραστηριότητα στις νεότερες γενιές, για να τονίσει πόσο βαθιά είναι η κρίση διαπροσωπικών σχέσεων.

Ο άνθρωπος όμως όταν αποσυνδεθεί από την κοινωνική του ζωή, όταν μείνει μόνος του, πεθαίνει. Γι’ αυτό και από πολύ νωρίς, είχε ανάγκη την κοινωνικοποίηση. Σε αυτήν μάλιστα βοηθούσε άμεσα και απόλυτα το ποτό. «Οι άνθρωποι των σπηλαίων έτρωγαν ζυμωμένα φρούτα και περνούσαν καλά μέσα σε μια σπηλιά.» Κατά τη γνώμη του, το ποτό αποτελεί αφορμή μιας κοινωνικής συνάντησης και ουσιαστικής αλληλεπίδρασης. Κατά τη διάρκεια της κουβέντας μας μάλιστα, είπε δυο-τρεις φορές τη φράση «αφήστε το κινητό σας τηλέφωνο και πιάστε ένα κοκτέιλ». Πιστεύει ακράδαντα δε, πως η αποστολή των μπαρτέντερ είναι αυτή της επανασύνδεσης με την αληθινή και ουσιαστική κοινωνικοποίηση.
Η κουβέντα μας έκλεισε με ένα σχόλιο που συνοψίζει τη φιλοσοφία και την προσέγγισή του: «Χτίζουμε αποστακτήρες για τα επόμενα 100 χρόνια», μου λέει. «Θέλω όταν κάποιος χρειαστεί να τους επισκευάσει στο μέλλον, να αισθανθεί σεβασμό, όπως ακριβώς αισθανόμαστε κι εμείς όταν επισκευάζουμε ένα κομμάτι στον τοίχο. Ακόμα κι αν έχει ξεχαστεί το όνομά μας». Κάπως έτσι αντιλαμβάνεται τη δημιουργία: με τη διάρκεια, τη διαχρονικότητα, με ευθύνη, αλλά και πίστη στο «άγνωστο» κοινό του μέλλοντος.
Alexandre Gabriel, σ’ ευχαριστώ θερμά για αυτή την εκ βαθέων εξομολόγηση.





