Έξι Αθηναίοι ονειρεύονται και περιγράφουν το ιδανικό beach bar!
Γιαννης Κοροβεσης•Articles
Θα ξεκινήσω αυτό το κείμενο κάπως ανάποδα: η πολυκοσμία μου προκαλεί δυσφορία, η δυνατή μουσική με εκνευρίζει —εκτός αν την έχω διαλέξει ο ίδιος, τόσο αυτή, όσο και τις συνθήκες υπό τις οποίες αναπαράγεται— και οι παρεμβάσεις στις παραλίες και γενικά στο φυσικό περιβάλλον με βρίσκουν αντίθετο, αν δεν είναι πολύ διακριτικές. Με λίγα λόγια, είμαι ο τελευταίος άνθρωπος που θα ήθελε κανείς για παρέα αν πήγαινε σε ένα beach bar, τουλάχιστον όπως αυτά είναι κατά κανόνα. Υπάρχουν λίγα πράγματα που μου προκαλούν περισσότερη αποστροφή από την εικόνα μια βιασμένης παραλίας (που κάποτε ίσως να ήταν ένας μικρός παράδεισος), κατειλημμένης μέχρι το τελευταίο εκατοστό από δήθεν (ή και όχι) πολυτελείς ξαπλώστρες και σκίαστρα, παραταγμένα με στρατιωτική ευταξία σε έναν χώρο που υποτίθεται πως κάποιος επισκέπτεται για να χαρεί την ομορφιά της φύσης.
Αν ο ορισμός του κιτς είναι η απογύμνωση των τόπων και των εννοιών από το πλαίσιο στο οποίο αναφέρονται, τότε ίσως αυτή η στερεοτυπική εικόνα του μπιτσόμπαρου, είναι από τις πιο δυνατές εκφράσεις του κιτς που μπορεί να δει κανείς να στήνονται αυθόρμητα. Και δεν την έχω βγάλει από το κεφάλι μου, την βλέπω σχεδόν όπου υπάρχει έστω και υποψία παραλίας.
ΑΛΛΑ: είναι Αύγουστος, πλησιάζει ο καιρός που θα είμαι κοντά στην θάλασσα, αγαπώ το αλκοόλ και συνεπώς με βολεύει και μου αρέσει όντως να υπάρχει μια στοιχειώδης υποδομή που να το προσφέρει και μπορώ να θυμηθώ με σιγουριά αρκετές περιπτώσεις που βρέθηκα σε κάποιο beach bar και όχι μόνο δεν ξύπνησε ο γκρινιάρης εαυτός μου, αλλά αντιθέτως πέρασα πολύ καλά. Τα κοινά στοιχεία που είχαν αυτά τα beach bar ήταν (ή τα θυμάμαι να ήταν, ίσως και να τα εξιδανικεύω, οπότε θα ήθελα να ήταν) τα εξής:
Τόσο το μπαρ, όσο και οι όποιες θέσεις του κόσμου είναι όχι στην παραλία, αλλά να βλέπουν σε αυτήν, η οποία ιδανικά είναι πλήρως ελεύθερη από σταθερές ή ημισταθερές κατασκευές. Οι απόστασεις των τραπεζιών και των καθισμάτων, όσο το δυνατό μεγαλύτερες. Μουσική ιδανικά είτε δεν υπάρχει καθόλου ή αν υπάρχει, είναι πολύ διακριτική και μόνο κοντά στον χώρο του μπαρ. Θα μου άρεσε ο κατάλογος να είναι μικρός, μερικές μπίρες, ίσως τέσσερεις-πέντε ετικέτες κρασιών και τέσσερα-πέντε απλά κοκτέιλ και λίγες, αλλά καλές επιλογές για ελαφρύ φαγητό. Ιδανικά όχι μπέργκερ και κλαμπ σάντουιτς με προτηγανισμένες πατάτες, αλλά έξυπνα και απλά πιάτα που αναφέρονται στον τόπο στον οποίο βρίσκεται το μπαρ.
Σε γενικές γραμμές, αυτό που αποζητώ όταν πηγαίνω σε κάποια παραλία ή σε κάποιο βουνό (ισχύει μια τέτοια αναλογία στο μυαλό μου), είναι το να διακόψω την αστική και την επαγγελματική μου ζωή, όχι να την μεταφέρω μαζί μου σαν αποσκευή. Άρα το ιδανικό beach bar για εμένα είναι ένας χώρος που επεμβαίνει όσο το δυνατό λιγότερο σε αυτό που έχω στην πραγματικότητα πάει για να βιώσω, δηλαδή τη φύση, παρέχοντας ταυτόχρονα διακριτικά μερικά προϊόντα και υπηρεσίες, χωρίς περιττές τρίλιες και πολυτέλειες.

click by Nicholas Carellos
Πέτρος Λαμπρίδης – μουσικός