Κοκτέιλ στις όχθες του Μισισιπή – part 1
Guest•Guests
*του Γιώργου Μεγαλοκονόμου
Τι βρίσκεται τελικά στα νότια του παραδείσου ;
Όλα ξεκίνησαν εκεί στις 19 Ιουνίου, όταν έχοντας πια κατακτήσει τη πρώτη θέση στο διαγωνισμό του “Skinos Mediterranean Cocktail challenge” με το cocktail μου “South of Heaven” ο φίλος Γιάννης (BitterBooze) με προ(σ)-κάλεσε να σας αποκαλύψω τι βρίσκεται νότια του παραδείσου. Φυσικά και αποδέχθηκα την προ(σ)-κληση και να ‘μαι λοιπόν στις 16 Ιουλίου έτοιμος με μία βαλίτσα στο χέρι, πρωί-πρωί στο αεροδρόμιο Ελ. Βενιζέλος, έτοιμος να πετάξω για Νέα Υόρκη και από εκεί για Νέα Ορλεάνη. Εκεί, στα νότια των Ηνωμένων Πολιτειών το “Tales of the Cocktails” αποτελεί τα τελευταία 11 χρόνια έναν παγκόσμιο θεσμό για το bartending. Η αγωνία και η προσμονή είχαν φτάσει στα ύψη και έτσι το βράδυ πριν από την αναχώρηση δεν έκλεισα μάτι.
Το ταξίδι μεγάλο και κουραστικό. Μετά από 15 περίπου ώρες ταξιδιού πάτησα επιτέλους το πόδι μου στο αεροδρόμιο “Louis Armstrong” (σας θυμίζει κάτι το όνομα;) της Νέας Ορλεάνης. Στην πατρίδα της jazz μουσικής αλλά και του voodoo(!). Η ώρα είχε πάει πλέον 01.00, μετά τα μεσάνυχτα, όταν έφθασα στο ξενοδοχείο μου επί της θρυλικής Bourbon Street. Αν και εξουθενωμένος αποφάσισα να κάνω μία μικρή βόλτα πριν κοιμηθώ. Ήθελα να πάρω μία γεύση από τη βουή αυτού του ξακουστού δρόμου! Βγαίνοντας από το ξενοδοχείο έμεινα να κοιτάω αποσβολωμένος. Ένας τεράστιος σε μήκος δρόμος που φθάνει σχεδόν τα 3 χλμ γεμάτος με πινακίδες νέον από κάθε είδους μαγαζί. Στριπτιζάδικα, άθλια και βρώμικα μπαρ γεμάτα τεράστιες μηχανές για frozen cocktails, φθηνά φαγάδικα και ότι άλλο βάζει ο νους σου. Σε όλη μου τη διαδρομή ο κόσμος που είχε κυριολεκτικά κατακλύσει το δρόμο πηγαινοερχόταν μεθυσμένος, η μουσική από όλα τα μαγαζιά ήταν εκκωφαντικά δυνατή και δημιουργούσε μία απίστευτη βαβούρα και τα πλαστικά ποτήρια κάθε μεγέθους και σχεδίου(μέχρι και τεράστια πλαστική χειροβομβίδα είδα!) έδιναν και έπαιρναν γεμάτα αλκοόλ. Η κατάσταση γενικά θύμιζε κάτι μεταξύ Μάλια Κρήτης και Φαληράκι Ρόδου. Όμως είχα δει αρκετά! «Αύριο ξεκινάει το “Tales of the cocktails”», σκέφθηκα και επέστρεψα να κοιμηθώ.
Πρωινή έγερση, ένα καλό πρωινό και ήμουν έτοιμος να περιπλανηθώ στους χώρους της έκθεσης. Το βασικό κομμάτι του T.O.T.C. μοιραζόταν ανάμεσα σε 2 πολύ μεγάλα ξενοδοχεία σε μικρή απόσταση μεταξύ τους. Το “Monteleone Hotel” και το “Royal Sonesta Hotel”. Για την πρώτη ημέρα δεν είχα εισιτήριο για κάποιο από τα σεμινάρια και έτσι αποφάσισα να περιπλανηθώ στα άφθονα tasting rooms και να δοκιμάσω αποστάγματα από παραγωγούς κυρίως της Αμερικάνικης αγοράς. Ήταν πραγματικά εντυπωσιακό. Πολλά και διαφορετικά αποστάγματα πολύ καλής ποιότητας. Βρήκα βέβαια και κάποια αρκετά εμπορικά αλλά ήταν μάλλον η εξαίρεση. Αφού έκανα τα απαραίτητα ψώνια σε βιβλία και εργαλεία είχε έρθει η ώρα να συναντήσω τον άνθρωπο που είχε αναλάβει να προωθήσει το Skinos mastiha spirit στην Αμερικάνικη αγορά. Ο Orson Salicetti από την Νέα Υόρκη είχε διαμορφώσει τη σουίτα δίπλα στη πισίνα στο “Royal Sonesta” έτσι ώστε να δεχθεί τους επισκέπτες και να δοκιμάσει μαζί τους το προϊόν σκέτο ή σε cocktails. Είχα και εγώ την τιμή να ετοιμάσω το νικητήριο cocktail μου και να εντυπωσιάσω τόσο τον Orson όσο και τους λοιπούς παρευρισκόμενους. Όλοι έδειχναν ενθουσιασμένοι από αυτό το καθαρά μεσογειακό προϊόν και ο ίδιος ο Orson μου εκμυστηρεύτηκε πως όπου κι αν το έδωσε προς δοκιμή τα σχόλια ήταν τουλάχιστον εγκωμιαστικά! Η ώρα όμως είχε περάσει χωρίς να το καταλάβουμε και το μεγάλο opening party της Absolut για το T.O.T.C. μας περίμενε. Σε ένα εντυπωσιακό διώροφο κτίριο με πολλές και διαφορετικές θεματικές αίθουσες δοκιμάσαμε άφθονα cocktails αλλά το πιο σημαντικό ήταν ότι γνώρισα κάποιες πολύ μεγάλες προσωπικότητες του χώρου. Είχα την τιμή να μιλήσω με τον Dale DeGroff, τον Gary Regan αλλά και την Audrey Saunders, ιδιοκτήτρια του περίφημου “Pegu Club” στη Νέα Υόρκη. Όλοι τους φιλικοί και χωρίς ίχνος τουπέ ήταν πρόθυμοι να απαντήσουν στην κάθε μου ερώτηση. Στο μεταξύ, το party εξελισσόταν σε ξέφρενο ξεφάντωμα οπότε δεν είχα και πολύ χρόνο για κουβέντες..
Η επόμενη μέρα με βρήκε να ξυπνάω στις 08.00 το πρωί με τη γεύση από το αλκοόλ να είναι ακόμα στο στόμα μου. Ξεκινούσαν τα πρώτα μου σεμινάρια όμως και τίποτα δεν ήταν ικανό να με σταματήσει. Ένα καλό πρωινό, ένα bloody mary και ήμουν έτοιμος!
“The Vermouth Institute”
Το σεμινάριο αυτό ήταν χωρισμένο σε 3 ημέρες από 1,5 ώρα καθημερινά. Εμπνευστής του σεμιναρίου ο Philip Duff. Στο πάνελ των ομιλητών μεγάλα ονόματα του χώρου. Giuseppe Galo, Audrey Fort, Peter Schaf, Jared Brown, Martin Doudoroff, Alex Kratena. Η πρώτη μέρα περιελάμβανε μπόλικη ιστορία. Μπορεί ο Ιπποκράτης να ήταν ο πρώτος που έφτιαξε τον περίφημο αρωματισμένο οίνο του λοιπόν αλλά οι Ιταλοί ήταν οι πρώτοι που κατανάλωσαν «αρωματισμένο κρασί» για «εσωτερική κατανάλωση». Μας μίλησαν για το Μάρκο Πόλο και τον Κολόμβο και πως αυτοί με τα ταξίδια τους έφεραν νέα βότανα και μπαχαρικά που επηρέασαν την εξέλιξη του vermouth. Μας μίλησαν για τα vermouth στις διάφορες Ιταλικές επαρχίες καθώς και για τους ανθρώπους που το σημάδεψαν όπως ο Antonio Benedetto Carpano και ο Alesio di Piemonte. Μεγάλη αναφορά έγινε και για το ρόλο και τη θέση του vermouth στην Αμερικανική ήπειρο. Φυσικά δοκιμάσαμε μία μεγάλη γκάμα από vermouth ακόμα και από παραγωγούς των Ηνωμένων Πολιτειών. Ένας καταιγισμός από πληροφορίες έκαναν τη 1,5 ώρα να περάσει σε 5 λεπτά!
“Oxidation, the bad and good”
Επόμενο σεμινάριο όπως προδίδει και ο τίτλος τα πάντα για την οξείδωση. Εισηγητές οι Alexander Velez και Darcy O’Neil. Μας μίλησαν για την οξείδωση σε οτιδήποτε έχει σχέσει με το Bar.Για τους χυμούς lime και λεμόνι που αρχίζουν να οξειδώνονται μόλις μέσα σε 4 ώρες, για την οξείδωση στο αλκοόλ αλλά και στα cocktails. Δοκιμάσαμε οξειδωμένα αποστάγματα και vermouth. Ένα πολύ ενδιαφέρον σεμινάριο που ίσως να με κούρασε λιγάκι μιας και είχε πολλές επιστημονικές ορολογίες.
Για το τέλος της ημέρας είχα αφήσει το καλύτερο:
“The finer side of Mexico”
Μία τεράστια αίθουσα αφιερωμένη στην Tequila και στο Mezcal. Ετικέτες που τις έβλεπα για πρώτη φορά αλλά και κάποιες που είχα ήδη δοκιμάσει. Ο κόσμος είχε κατακλύσει κάθε σημείο της αίθουσας και δοκίμαζε με μεγάλη χαρά. Tequila Cruz, Don Julio 1942, Del Maguey Mezcal , Tres Agaves, 7 leguas και πολλά άλλα brands παρέλασαν στον ουρανίσκο μου. ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΑ!!
Η ώρα πια είχε φτάσει 20.00 και η κούραση έκανε σιγά σιγά την εμφάνιση της. Ήθελα όμως να κάνω και μία βόλτα σε μερικά από τα φημισμένα bars της Νέας Ορλεάνης. Ένα γρήγορο μπάνιο, ένα καλό φαγητό και έτοιμος για βόλτα! Στο σημείο αυτό θα πρέπει λίγο να σταθώ στην περίφημη κρεολέζικη κουζίνα αλλά και στις γενικότερες διατροφικές συνήθειες της περιοχής. Εδώ τα τηγανητά φαγητά έχουν την τιμητική τους αφού αποτελούν περίπου το 80% των πιάτων τους. Όστρακα και θαλασσινά επίσης σε περίοπτη θέση αλλά κατά τη ταπεινή μου άποψη λιγότερο νόστιμα από τα δικά μας. Αυτά βέβαια που πραγματικά λάτρεψα ήταν τα τεράστια και πεντανόστιμα καβούρια. Κατά τα άλλα, τίποτα από ότι και αν δοκίμασα δεν με ενθουσίασε αρκετά. Burgers, όστρακα αλλά και το περίφημο jambalaya ήταν στη καλύτερη περίπτωση μέτρια. Ίσως βέβαια και να μην επέλεξα τα σωστά μέρη για να τα δοκιμάσω. Ποιος ξέρει…
Έτοιμος λοιπόν για βόλτα, παρέα με το φίλο Orson. Στάση πρώτη το μπαρ Sazerac. Ένα μπαρ με ωραία, vintage διακόσμηση και δερμάτινους καναπέδες. Απαλή jazz μουσική και πλούσια κάβα συνέθεταν ένα ατμοσφαιρικό σκηνικό. Δοκίμασα φυσικά το ομώνυμο sazerac cocktail που τόσο πολύ διαφημίζουν μιας και η Νέα Ορλεάνη είναι η πατρίδα του. Δεν ξετρελάθηκα, δυστυχώς. Αρκετά γλυκό και χωρίς καθόλου άρωμα από αψέντι. Αργότερα, παρατηρώντας τους bartenders να εργάζονται είδα πως δεν χρησιμοποιούσαν πουθενά τη μεζούρα και το free pouring ήταν η μόνη μέθοδος ακόμα και σε ποτά που απαιτούν πολύ μεγάλη ακρίβεια στη μέτρηση των υλικών. Μεγάλη προχειρότητα αλλά και βιασύνη σε ένα μαγαζί που δεν είχε και τόση πολύ δουλειά. Επόμενη στάση το μπαρ “French 75”. Ένα σκηνικό ανάλογο με το “Sazerac” αλλά μόνο ως προς το ντεκόρ. Vintage, ξύλο και όμορφοι καναπέδες με συνοδεία χαμηλής jazz μουσικής. Μεγάλη μπάρα και πλούσια κάβα να στέκεται μπροστά από ένα τεράστιο καθρέπτη που έδινε βάθος στο μαγαζί. Η επιλογή μου, ένα “ST.Martin” με Plymouth gin, Averna και Aperol ήταν ότι καλύτερο μπορούσα να φανταστώ. Γενικότερα το “French 75” ήταν ότι καλύτερο συνάντησα στη Νέα Ορλεάνη. Καλοφτιαγμένα ποτά από bartenders που είχαν τη διάθεση να σου μιλήσουν και να σου εξηγήσουν τα πάντα. Εδώ είχαν μεζούρα και τη χρησιμοποιούσαν κιόλας! Επόμενη και τελευταία στάση της ημέρας το μπαρ “Carousel” στο ξενοδοχείο “Monteleone”. Το όνομα του bar προδίδει και το concept του. Ένα τεράστιο στρογγυλό bar σχεδιασμένο σαν ένα κλασσικό carousel μόνο που αντί για αλογάκια γύρω – γύρω αυτό είχε καρέκλες με κόσμο που έπινε τα ποτά του και περιστρεφόταν σε αργούς και χαλαρούς ρυθμούς κυκλικά υπό τους ήχους jazz και συναφών ακουσμάτων. Με λίγη υπομονή πήρα και εγώ τη θέση μου σε ένα αλογάκι …χμμμ… συγνώμη σε μια καρέκλα ήθελα να πω, όπου καλωσόρισα την παρέα ενός Ramos Gin Fizz. Τίποτα το εξαιρετικό γευστικά σε σχέση με άλλα που έχω δοκιμάσει από Έλληνες συναδέλφους. Η όλη όμως εμπειρία αλλά και η ατμόσφαιρα με αποζημίωσαν. Κάπου εκεί, η κούραση έκανε ξανά την εμφάνιση της και έπρεπε να επιστρέψω στη βάση μου. Ακολουθούσε μία ακόμα ημέρα με σεμινάρια και αλκοόλ και έπρεπε να αντεπεξέλθω.
Συνεχίζεται…