previous
next

Αμερικανική Ποτοαπαγόρευση: Το (αποτυχημένο) πείραμα αποχής από το αλκοόλ

Articles

14 χρόνια χωρίς αλκοόλ άντεξαν οι ΗΠΑ. Επισήμως, τουλάχιστον, γιατί κάποιοι (αρκετοί) είχαν ανοίξει τις κάνουλες με το παράνομο αλκοόλ σε μέρη που αποτυπώνονται γλαφυρά σε διηγήματα και ταινίες, ενώ κάποιοι άλλοι θησαύριζαν από το παράνομο εμπόριο. Η Ποτοαπαγόρευση εφαρμόστηκε στις 17 Ιανουαρίου του 1920, ανακλήθηκε στις 5 Δεκεμβρίου του 1933 και οι επιπτώσεις της είχαν κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό πρόσημο. Για να κατανοήσουμε πλήρως τον αντίκτυπό της, οφείλουμε να ανατρέξουμε στο τι προηγήθηκε αυτής, να μελετήσουμε όλες τις προκλήσεις επιβολής της νομοθεσίας, να δούμε την κλιμάκωση του οργανωμένου εγκλήματος και βέβαια αν τελικά είχε (το επιθυμητό) αποτέλεσμα.

Ποτοαπαγόρευση

Η Ποτοαπαγόρευση και οι ρίζες της

Χρειάζεται να ανατρέξουμε στην περίοδο της ιστορίας των ΗΠΑ έναν αιώνα περίπου πιο πριν, προκειμένου να εξερευνήσουμε τις ρίζες της Ποτοαπαγόρευσης. Πίσω από αυτήν, βρίσκεται το κίνημα της Εγκράτειας, όπως ονομάστηκε, των αρχών του 19ου αιώνα, και το οποίο εκφράστηκε κυρίως μέσα από οργανωμένες ομάδες, όπως η American Temperance Society και η Women’s Christian Temperance Union. Λαμβάνοντας οικονομική -και όχι μόνο- υποστήριξη από σημαντικούς επιχειρηματίες της εποχής, όπως τον Henry Ford, αλλά και αρκετές θρησκευτικές ομάδες και εκκλησιαστικούς κύκλους, κατάφεραν να συνέβαλαν καθοριστικά στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης ενάντια στο αλκοόλ.

Νομοθετικά, στις 18 Νοεμβρίου του 1918 και πριν την επικύρωση της 18ης τροποποίηση του αμερικανικού συντάγματος που θα εφάρμοζε την Ποτοαπαγόρευση, το Κογκρέσο των ΗΠΑ ψήφισε τον προσωρινό νόμο περί απαγόρευσης κατά τη διάρκεια του πολέμου, ο οποίος απαγόρευε την πώληση αλκοολούχων ποτών με περιεκτικότητα σε αλκοόλ μεγαλύτερη από 1,28%.

Φθάνοντας στο 1919, οπότε και ψηφίστηκε η εν λόγω τροποποίηση του Συντάγματος, και διά του ψηφίσματος Volstead Act που τέθηκε σε εφαρμογή το 1920, ξεκίνησε η απαγόρευση της παραγωγής, διακίνησης και κατανάλωσης αλκοόλ σε εθνικό επίπεδο.

Ποτοαπαγόρευση

Ο αντίκτυπος

Τα αποτελέσματα της ποτοαπαγόρευσης ήταν εκτεταμένα. Η κατά κεφαλήν κατανάλωση του αλκοόλ, τουλάχιστον τα πρώτα χρόνια και προσωρινά, μειώθηκε σημαντικά, από τα 9,84 λίτρα το 1919 σε 3,5 λίτρα μέχρι το 1925. Ωστόσο, η παράνομη αγορά αλκοόλ άνθισε, με πάνω από 100.000 παράνομους αποστακτήρες να κατάσχονται την ίδια περίοδο! Οι moonshiner, οι παράνομοι δηλαδή παραγωγοί αλκοόλ, ξεπηδούσαν σε κάθε σημείο των ΗΠΑ, σε κάθε υπόγειο, σε κάθε φάρμα και σε κάθε σπίτι, σε κάθε σημείο που μπορούσε κάποιος να στήσει πρόχειρα έναν αυτοσχέδιο αποστακτήρα, όπως το ίδιο έκαναν και οι bootlegger, οι διακινητές αυτού του νοθευμένου αλκοόλ.

Οικονομικά, η κυβέρνηση των ΗΠΑ απώλεσε μια σημαντική πηγή εσόδων· πριν από την Ποτοαπαγόρευση, εισέπραττε περίπου 250 εκατομμύρια δολάρια ετησίως από φόρους στο αλκοόλ, ποσό που το έχασε ολοκληρωτικά.

Στον τομέα της υγείας, ο αντίκτυπος ήταν επίσης αξιοσημείωτος, και επαμφοτερίζων, αφού αρχικά, οι ασθένειες που σχετίζονται με το αλκοόλ μειώθηκαν, όμως στη συνέχεια αυξήθηκαν, προφανώς εξαιτίας του νοθευμένου αλκοόλ που διακινείτο παρανόμως.

Τα speakeasy

Ένα ακόμη ξεχωριστό και τεράστιο κεφάλαιο την εποχή της Ποτοαπαγόρευσης ήταν και τα παράνομα μπαρ, τα επονομαζόμενα speakeasy. Μπαρ που λειτουργούσαν συνήθως εντός νόμιμων επιχειρήσεων (κουρεία, μανάβικα, τσαγκάρικα), απαιτούσαν ειδικά συνθηματικά εισόδου και παρείχαν πρόσβαση στο κομμάτι εκείνο της πόλης που δεν κοιμόταν ποτέ, στον εντυπωσιακό εκείνο κόσμο που «αντιστάθηκε» και διατήρησε τις συνήθειες διασκέδασης που είχε και πριν, απολαμβάνοντας μια κρυφή, πλην όμως, εντυπωσιακή καθημερινότητα με αλκοόλ, ναρκωτικά, τυχερά παιχνίδια και σεξ.

 

Οργανωμένο έγκλημα

Τα συνδικάτα του οργανωμένου εγκλήματος, που ύφαναν τον ιστό της αμερικανικής Μαφίας, όπως ήταν λογικό, εκμεταλλεύτηκαν στο έπακρο την κατάσταση και τις «επιχειρηματικές» ευκαιρίες. Το δίκτυο του Al Capone στο Σικάγο, για παράδειγμα, εκτιμάται ότι αποκόμιζε κέρδη της τάξης των εξήντα εκατομμυρίων δολαρίων ετησίως, μόνο από τη διακίνηση παράνομων αλκοολούχων ποτών, με περισσότερα από χίλια άτομα στο μισθολόγιό του. Αλλά και άλλες διαβόητες προσωπικότητες, όπως ο Bugs Moran και ο Meyer Lansky, βασίστηκαν στο παράνομο εμπόριο αλκοολούχων για να δημιουργήσουν αυτοκρατορίες που ξεκινούσαν από αυτό και εκτείνονταν μέχρι τα ναρκωτικά, τον έλεγχο των καζίνο και των οίκων ανοχής, καθώς και την «προστασία» σε καταστήματα εστίασης και όχι μόνο.

Σαφέστατα, το «κοκτέιλ» παράνομων δραστηριοτήτων της εποχής εξυπακούεται πως περιλάμβανε και άπλετη, ωμή βία, η οποία κορυφώθηκε -τουλάχιστον από άποψη αντικτύπου- το 1929, με την περίφημη Σφαγή της Ημέρας του Αγίου Βαλεντίνου. Ο Al Capone δε συνδέθηκε ποτέ επίσημα με το συγκεκριμένο έγκλημα, την εν ψυχρώ εκτέλεση δηλαδή επτά μελών αντίπαλης συμμορίας, στις 14 Φεβρουαρίου του 1929. Δεκάδες γεγονότα από εκείνη την αιματοβαμμένη και βουτηγμένη στην παρανομία περίοδο, έχει περάσει και στην αιωνιότητα της ποπ κουλτούρας, μέσα από αμέτρητες κινηματογραφικές ταινίες, τηλεοπτικές σειρές, ντοκιμαντέρ και βιβλία.

Οι εξαιρέσεις στην Ποτοαπαγόρευση

Κάτι που ίσως αρκετοί αγνοούν, ήταν το παραθυράκι στον επίμαχο νόμο, το οποίο επέτρεπε σε αποστακτήρια να συνεχίσουν την παραγωγή αλκοόλ (ουίσκι) για «ιατρικούς σκοπούς». Ειδικές άδειες χορηγούνταν σε συγκεκριμένα αποστακτήρια, τα οποία με κάποιον σκιώδη τρόπο αποδείκνυαν πως το ουίσκι τους θα χρησιμοποιείτο για την παρασκευή φαρμακευτικών προϊόντων. Δεν ήταν άλλωστε περίεργο για την εποχή· φαρμακοποιοί συνταγογραφούσαν αρκετά συχνά ουίσκι για θεραπεία διαφόρων παθήσεων, κάτι που δημιούργησε ουσιαστικά ένα νομικό κενό στην εφαρμογή του νόμου. Και προφανώς, αυτό το κενό, αυτό το παραθυράκι, λειτούργησε και ως κερκόπορτα για πρόσβαση στο αλκοόλ, αλλά έσωσε και αρκετά αποστακτήρια που κατάφεραν με αυτόν τον τρόπο να συνεχίσουν τη λειτουργία τους.

Οι αρνητικές επιπτώσεις της Ποτοαπαγόρευσης άρχισαν σιγά σιγά να γίνονται αισθητές, σε τέτοιο βαθμό, ώστε σταδιακά μετατοπίστηκε και η κοινή γνώμη προς την αντίθετη πλευρά, προς την κατάργησή της. Σημειώστε και τις τεράστιες επιπτώσεις της Μεγάλης Ύφεσης, εξαιτίας της οποίας αρκετοί βρήκαν σωσίβιο σωτηρίας στις δουλειές που πρόσφερε το δίκτυο της Μαφίας, στη συνέχεια όμως αντιλήφθηκαν πως μια τέτοια λύση ξέφευγε από τα όρια της βιωσιμότητας και πως ενίσχυε ακόμη περισσότερη την ένδεια.

Το τέλος της Ποτοαπαγόρευσης

Σχεδόν σαράντα διαφορετικές οργανώσεις, που αποτελούνταν από στρατιωτικούς, δικηγόρους και νομομαθείς, επιχειρηματίες, πολιτικοί, αλλά και εκπρόσωποι από κάθε σχεδόν κοινωνικό στρώμα και εργασιακό μετερίζι, πολέμησαν εναντίον της Ποτοαπαγόρευσης.

Ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ, Φρανκλίνος Ρούσβελτ, συμπεριέλαβε στις προεκλογικές του δεσμεύσεις τη σταδιακή κατάργηση της Ποτοαπαγόρευσης και αυτό έκανε, από τον πρώτο χρόνο της εκλογής του, το 1933. Αρχικά υπέγραψε μια τροποποίηση του Volstead Act, το Cullen–Harrison Act, το οποίο επέτρεπε την παραγωγή μπίρας και κρασιών με δείκτη αλκοόλ έως 3,2%.

«Αυτή είναι μια καλή ευκαιρία για να πιούμε μια μπίρα», ήταν το πρώτο πράγμα που δήλωσε μετά την υπογραφή της, ενώ μετά την υπογραφή της τροπολογίας που καταργούσε την Ποτοαπαγόρευση, λέγεται ότι δήλωσε «Αυτό που χρειάζεται τώρα η Αμερική είναι ένα ποτό»!

Ποτοαπαγόρευση

Είχε όμως κρατήσει το καλύτερο για λίγους μήνες αργότερα. Στις 5 Δεκεμβρίου επικυρώθηκε η 21η τροποποίηση του αμερικανικού συντάγματος, η οποία καταργούσε τους περιορισμούς του Volsted Act και επανέφερε πρακτικά το αλκοόλ στη νόμιμη καθημερινότητα του αμερικανικού λαού. Αποτελεί δε τη μοναδική τροποποίηση του Συντάγματος που κατήργησε ολοκληρωτικά μια άλλη! Όπως αντιλαμβάνεστε, την επικύρωση ακολούθησαν ξέφρενοι πανηγυρισμοί, σε μπαρ και εστιατόρια, κάτι που αποτυπώνεται γλαφυρά και σε δεκάδες φωτογραφίες της εποχής. Η βιομηχανία του αλκοόλ κατάφερε να αναβιώσει, ακολουθώντας έκτοτε μια ανοδική πορεία και αποτελώντας αναπόσπαστο κομμάτι της οικονομίας των ΗΠΑ.

Η Ποτοαπαγόρευση παραμένει ένα σημαντικό κεφάλαιο στην ιστορία των ΗΠΑ, ένα φωτεινό παράδειγμα της πολυπλοκότητας των κοινωνικών μεταρρυθμίσεων, αλλά και της νομοθετικής εφαρμογής. Μια περίπλοκη εξίσωση που τοποθετεί ως μέλη της τους ηθικούς σκοπούς της εκάστοτε κοινωνίας, την ευημερία της αγοράς, τις διαβουλεύσεις μεταξύ των φορέων, τις προσωπικές επιλογές και φιλοδοξίες μεμονωμένων προσώπων, αλλά και τις κοινωνικές ελευθερίες.

ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΥΤΟ ΕΓΡΑΨΕ

Ο Γιάννης Κοροβέσης βρίσκεται στο χώρο της εστίασης εδώ και σχεδόν είκοσι χρόνια, προσεγγίζοντας την πολύπλευρα. Πρώην μπαρτέντερ, ιδρυτής του Bitterbooze.com, το οποίο μετρά ήδη έντεκα συναπτά έτη, βασικός εισηγητής...
ΔΙΑΒΑΣΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

"Αμερικανική Ποτοαπαγόρευση: Το (αποτυχημένο) πείραμα αποχής από το αλκοόλ"

Articles

Δημοσιεύτηκε στις 05/12/2023