Rachel Barrie – 150.000 βαρέλια μετά, το ουίσκι συνεχίζει να την εκπλήσσει!
Γιαννης Κοροβεσης•Articles, Inspiring Duders
Η «Πρώτη Κυρία του Σκοτσέζικου ουίσκι» μιλά αποκλειστικά στο Bitterbooze.com για το blending ως τέχνη, τη διαίσθηση στη δημιουργία, την επόμενη γενιά δημιουργών και τη σημασία του να απολαμβάνεις τη στιγμή — και το ουίσκι σου.
Δεν είναι εύκολο —θα έλεγα, σχεδόν αδύνατον— να επιχειρήσει κανείς να μιλήσει για τον σύγχρονο κόσμο της βιομηχανίας του σκοτσέζικου ουίσκι, δίχως να αναφερθεί στο όνομα της Rachel Barrie. Με πάνω από τριάντα χρόνια καριέρας στον χώρο και κατέχοντας μια μοναδική θέση ανάμεσα στους κορυφαίους δημιουργούς, αυτή της πρώτης γυναίκας master blender που εντάχθηκε στο περίφημο Hall of Fame του Whisky Magazine, η Rachel Barrie, μέσα από την εμπειρία της, έχει καταφέρει να αφήσει ανεξίτηλο αποτύπωμα σε μερικά από τα σημαντικότερα αποστακτήρια της Σκοτίας· GlenDronach, Benriach, Glenglassaugh, Glenmorangie, Bowmore, Ardbeg.
Για τη Rachel Barrie είχε γράψει ένα κείμενο ο Γιάννης Αικατερινίδης, όπου σκιαγράφησε το προφίλ της, το –μακρινό πλέον– 2019. Με αφορμή το πρόσφατο ταξίδι μας στη Σκοτία, τη συνολική της πορεία, αλλά και το πρόσφατο λανσάρισμα της νέας σειράς ουίσκι του Glenglassaugh, της απηύθυνα μια σειρά από ερωτήσεις για το Bitterbooze.com, τις οποίες απάντησε με χαρακτηριστικό πάθος και σαφήνεια. Είχαμε μια ουσιαστική, θεωρώ, κουβέντα για την τέχνη και την επιστήμη, την καινοτομία και την παράδοση και την ανθρώπινη πλευρά πίσω από κάθε μεγάλη δημιουργία, από την οποία προέκυψε η παρούσα συνέντευξη. Από τις απαντήσεις της διαπίστωσα πως πρόκειται για μια σπουδαία και καλλιεργημένη προσωπικότητα, μια απόλυτα συνειδητοποιημένη και συγκροτημένη επαγγελματία, κάτι βέβαια που είναι εμφανές και μέσα από τις δημιουργίες της.
Rachel Barrie: Η εργασιακή της προσέγγιση
Η συζήτησή μας φυσικά ξεκίνησε από τις απαρχές της πορείας της. Η Rachel Barrie θυμάται τα χρόνια της ως ερευνήτρια στο Scotch Whisky Research Institute, υπό την καθοδήγηση του θρύλου Dr. Jim Swan, αμέσως μετά τις σπουδές της στη Χημεία στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου. Εκείνα τα χρόνια ήταν που έθεσε τις βάσεις για τη μετέπειτα μεγάλη καριέρα της, συνδυάζοντας τη γνώση με την ανάπτυξη της αισθητηριακής της αντίληψης. Όπως σημείωσε χαρακτηριστικά, για εκείνη «η επιστήμη είναι η ιδέα και ταυτόχρονα η πειθαρχία. Η προσήλωση στη θεωρητική κατανόηση παρέχει το βάθος που χρειάζεται για να αποκωδικοποιήσεις την επιστήμη και πάνω σε αυτό το θεμέλιο μπορείς να οικοδομήσεις και να εκφράσεις μια ιδέα. Μέσα από την αναζήτηση γεννιούνται νέες ιδέες — κι όταν κατέχεις τη θεωρία, τότε η σύνθεση γίνεται φυσική υπόθεση, αφήνοντας τη διαίσθηση και τη φαντασία να σε οδηγήσουν στη δημιουργία ενός αριστουργήματος».
Παρότι η Rachel Barrie είναι υπεύθυνη για τρία διαφορετικά αποστακτήρια — GlenDronach, BenRiach και Glenglassaugh — διατηρεί για το καθένα μια ξεχωριστή φιλοσοφία στο κομμάτι του blending και τελικά της συνολικής δημιουργίας, κάθε μία απόλυτα εναρμονισμένη με τον χαρακτήρα και την κληρονομιά του.
Για το GlenDronach, εξηγεί πως σκοπός της είναι να εκφράσει την ισορροπία μεταξύ του ξεκάθαρου Highland χαρακτήρα σε αρμονία με την επιρροή των βαρελιών σέρι. Αυτό το τολμηρό «πάντρεμα» είναι η ουσία του GlenDronach — κι εκείνη το φέρνει στη ζωή, δουλεύοντας με απόλυτη αφοσίωση στην τέχνη της ωρίμασης σε βαρέλια σέρι. Ο συνδυασμός Oloroso και Pedro Ximénez βαρελιών δημιουργεί αυτό που αποκαλεί «sherry crescendo» στον ουρανίσκο — μια συμφωνία βάθους, δύναμης και κομψότητας.
Το BenRiach, από την άλλη, είναι για εκείνη ένα εργαστήριο δημιουργίας: ένα Speyside ουίσκι που της επιτρέπει να πειραματίζεται με διαφορετικά στιλ απόσταξης και με πιο ιδιαίτερους συνδυασμούς βαρελιών. Μιλά για μια «τριαθλητική» προσέγγιση στην απόσταξη: τρία διαφορετικά στιλ (παραδοσιακό, καπνιστό, τριπλής απόσταξης), η οποία δημιουργεί single malt και τελικώς μια εμπειρία που, όπως λέει η ίδια, μπορεί να χαρακτηριστεί ως «γευστική ακροβασία» στις απαλές και μεταξένιες γεύσεις των single malt.
Όσο για το Glenglassaugh, το περιγράφει ως το «παραθαλάσσιο στολίδι» της ομάδας της. Η νέα σειρά του το 2023 κορυφώθηκε με το Sandend — ένα απόσταγμα που έχει ωριμάσει σε βαρέλια μπέρμπον και σέρι Manzanilla από την Ανδαλουσία — το οποίο απέσπασε τον τίτλο του «Καλύτερου Ουίσκι στον Κόσμο» από το Whisky Advocate.
Η πηγή έμπνευσής της
Αναρωτήθηκα αν, μετά από 150.000 βαρέλια —όπως ακούγεται πως έχει δοκιμάσει μέχρι σήμερα— και αμέτρητες δοκιμές, υπάρχει κάτι που μπορεί να την εκπλήξει. Μου απάντησε ότι ακόμη και σήμερα, δοκιμάζει περισσότερα από εκατό δείγματα τη μέρα (!). Και μου εξήγησε ότι προκειμένου να διατηρήσει τις αισθήσεις της σε εγρήγορση, προσπαθεί να εφαρμόζει ένα αισθητηριακό ‘’mindfulness’’, μια συνειδητότητα που όπως παραδέχεται, επιφέρει καρπούς.
Κυριολεκτικά σταματά για να μυρίσει τα λουλούδια, να νιώσει τον αέρα, να παρατηρήσει τις μυρωδιές της φύσης και των υλικών που τη συντροφεύουν στη μαγειρική. Είναι μια καθημερινή πρακτική σύνδεσης με τον κόσμο γύρω της, είτε πρόκειται για τη θαλασσινή αύρα, είτε για την υγρασία μιας αποθήκης με βαρέλια, είτε για το φρέσκο χώμα ενός δάσους. Όπως λέει χαρακτηριστικά, το Glenglassaugh «ξυπνά τις αισθήσεις» — και πράγματι, η αισθητηριακή εμπειρία είναι γι’ αυτήν ένα ατέρμονο ταξίδι ανακάλυψης.
Ακόμα και σήμερα, υπάρχουν αρώματα και γεύσεις σε single malt ουίσκι που καταφέρνουν να την εκπλήξουν. Το ίδιο το Glenglassaugh, συνεχίζει, είναι ίσως το πιο απροσδόκητο από όλα: ένα ουίσκι που συνδυάζει τολμηρά τα τροπικά φρούτα, με την αλατισμένη καραμέλα και σάλτσα σόγιας — δημιουργώντας μια μοναδική ισορροπία γλυκύτητας, οξύτητας και ουμάμι, που δεν έχει συναντήσει σε κανένα άλλο single malt.
Υπάρχει ελευθερία στη δημιουργία;
Ρώτησα τη σπουδαία Master Blender για τον βαθμό ελευθερίας που έχει όταν εργάζεται με τόσο σημαντικά και ιστορικά brands. Με ειλικρίνεια μου απάντησε ότι σέβεται απόλυτα την ταυτότητα του κάθε αποστακτηρίου, αλλά πάντα στοχεύει στο να την εξελίξει. Για παράδειγμα, στο GlenDronach, κάθε καινοτομία πρέπει πρώτα να απαντά στο ερώτημα: «Ανεβάζει τον πήχη των προσδοκιών;». Αν ναι, τότε προχωρά. Στο Glenglassaugh, αντίθετα, νιώθει πιο ελεύθερη να δημιουργήσει νέες κατευθύνσεις, ενισχύοντας συνεχώς το φρουτώδες και θαλασσινό προφίλ του.
Υπάρχει, αναρωτήθηκα, η απόλυτη συνταγή δημιουργίας για ένα «μεγάλο» ουίσκι; Τί ρόλο παίζει η τύχη, είναι μόνο σκληρή δουλειά, κάποιο είδος υπερδύναμης του δημιουργού ή ένας μαεστρικός συνδυασμός συνεργασίας και συνέπειας; Η Rachel Barrie μου απάντησε πως πάντα φαντάζεται πρώτα το στιλ του ουίσκι που θα ήθελε να δημιουργήσει για κάθε νέα έκφραση, πάντα ξεκινά έχοντας συνθέσει πρώτα το όραμα για αυτό, το οποίο, βεβαίως, επηρεάζεται από πολλά στοιχεία και στην αρχή υπάρχουν πάντα περισσότερα ερωτήματα παρά απαντήσεις, υπάρχουν άπειρες δοκιμές και πολλά λάθη.
«Δεν υπάρχει μόνο μία φόρμουλα για ένα μεγάλο ουίσκι. Νομίζω ότι είναι ένας συγχρονισμός γεγονότων, είτε εξερευνώντας και πειραματιζόμενοι με τη γεύση, μέχρι να υπάρξει εκείνη η στιγμή που θα είμαστε σίγουροι ότι το βρήκαμε, ένας τέλειος συνδυασμός απροσδόκητων συναντήσεων ή συγκρούσεων, είτε μέσω της αφοσίωσης που απαιτείται στην επιδίωξη μιας συγκεκριμένης γεύσης, είτε αυτή αφορά στην περίπτωση του Glendronach έναν πολύ έντονα σεράτο χαρακτήρα είτε ένα πλούσιο φρούτο στο Benriach.
Rachel Barrie για τις γυναίκες στο ουίσκι
Αναπόφευκτα, η κουβέντα μας πήγε και στο θέμα της γυναικείας παρουσίας στον χώρο του σκοτσέζικου ουίσκι. Συνηθίζουν να αποκαλούν τη Rachel Barrie «Πρώτη Κυρία του Σκοτσέζικου ουίσκι», και όχι άδικα, αφού υπήρξε η πρώτη γυναίκα που εντάχθηκε στο Hall of Fame του Whisky Magazine το 2018. Μου εξηγεί ότι αισθάνεται μεγάλη τιμή και συγκίνηση γι’ αυτόν τον τίτλο, όμως δεν παραλείπει να τονίσει ότι άργησε πολύ να έρθει για κάποια γυναίκα. Όπως λέει, δεν θα σταματήσει ποτέ να στηρίζει άλλες γυναίκες στον χώρο, καθώς πιστεύει πως όσο πιο διαφορετική είναι η βιομηχανία, τόσο πιο ζωντανή και δυναμική γίνεται. Άλλωστε, και το ίδιο το καταναλωτικό κοινό έχει αλλάξει και πλέον είναι πολύ πιο διαφορετικό και συμπεριληπτικό, δε θα μπορούσε η βιομηχανία να μην ακολουθήσει.
Στα 33 χρόνια της πορείας της έχει δει και βιώσει μεγάλες αλλαγές, με όλο και περισσότερες γυναίκες να φέρνουν νέες ιδέες και οπτικές — από μηχανικούς και περιβαλλοντολόγους μέχρι αποσταγματοποιούς, οικονομολόγους και marketers. Πλέον οι γυναίκες επιλέγουν εργασιακές θέσεις που παραδοσιακά τις καταλάμβαναν αποκλειστικά άνδρες και αυτό είναι κάτι που φυσιολογικά δημιουργεί μια πιο συμπεριληπτική και δυναμική εταιρική κουλτούρα και βιομηχανία εν συνόλω.
Η επόμενη γενιά
Η έννοια της καθοδήγησης είναι κεντρική στο έργο της Barrie. Δεν λειτουργεί απλώς ως master blender, αλλά και ως μέντορας. Μου μίλησε για τη συνεργάτιδά της Kirsten Ainslie, που ξεκίνησε ως βοηθός της και εξελίχθηκε σε blending specialist. Η Barrie θεωρεί εξίσου σημαντικό να μοιράζεται τη γνώση της με τη νέα γενιά, όσο και το να δημιουργεί σπουδαία αποστάγματα. Όπως επισήμανε με χιούμορ αλλά και νόημα: «Μετά από δύο γενιές, κανείς δε θυμάται κανέναν». Αν αφήσει κάτι πίσω της, τότε αυτό εύχεται να είναι η δουλειά της ομάδας της και οι άνθρωποι που ενέπνευσε και τελικώς ενδυνάμωσε. Κι αν ποτέ συνταξιοδοτηθεί — αν και δεν το βλέπει να συμβαίνει σύντομα — ίσως τότε η Kirsten να αποτελέσει τη μεγαλύτερη κληρονομιά της.
Ανατρέποντας την παράδοση
Στη συνέχεια, τη ρώτησα αν θυμάται κάποια στιγμή που «ανέτρεψε την παράδοση» με κάποια δημιουργία της. Ανέφερε πάλι το BenRiach: ένα αποστακτήριο με ιστορία από το 1898, αλλά με ανεξάντλητη δυναμική για πειραματισμό. Εκεί εφαρμόζει μια «τριάδα» από στιλ απόσταξης — κλασικό, καπνιστό και τριπλής απόσταξης — και «παίζει» με τον χαρακτήρα των βαρελιών. Το Smoky Ten είναι ίσως το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της «ακροβατικής» φιλοσοφίας: ένα blend που ταυτόχρονα προσφέρει φρουτώδη, πικάντικη και καπνιστή πολυπλοκότητα.
Rachel Barrie de profundis
Ακόμα και μετά από τόσα χρόνια, η Rachel Barrie συνεχίζει να εμπνέεται. Όπως μου εκμυστηρεύτηκε, τα ταξίδια της ανά τον κόσμο, αλλά και οι επισκέψεις της σε πόλεις, αμπελώνες και αίθουσες γευσιγνωσίας σε Ασία, Λατινική Αμερική, σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του κόσμου, της χαρίζουν νέες ιδέες για μελλοντικά πρότζεκτ. Αν υπάρχει κάποιο «ιερό δισκοπότηρο» που δεν έχει ακόμα αγγίξει, τότε αυτό μάλλον σχετίζεται με την εξερεύνηση νέων γευστικών κατευθύνσεων και με τη συνέχιση της τέχνης του blending ως ένα διαρκές ταξίδι.
Στο πιο χαλαρό, τελευταίο μέρος της συζήτησής μας, δε δίστασα να τη ρωτήσω τί επιλέγει να πιει όταν δεν πίνει ουίσκι. Μου απάντησε ότι απολαμβάνει την ποικιλία – είτε πρόκειται για ένα Gin Mare Capri στην Ισπανία είτε για ένα Old Fashioned με Woodford Reserve στο Κεντάκι, τα δύο αγαπημένα της ποτά, εκτός από ουίσκι. Το ίδιο ισχύει και για τη μαγειρική και τη ζωή της γενικότερα: χαρακτήρισε την καθημερινότητά της με τη γνωστή φράση ‘’joie de vivre’’, κάτι που φυσικά της χαρίζει έμπνευση και δημιουργικότητα.
Για την εμπορευματοποίηση του ουίσκι
Τέλος, όταν τη ρώτησα για το πρόσφατο trend εμπορευματοποίησης του ουίσκι, είτε επενδυτικά μέσω αγοραπωλησιών είτε ως μέρος κάποιας πανάκριβης συλλογής, η θέση της ήταν ξεκάθαρη: «Το σκωτσέζικο ουίσκι είναι για να πίνεται, ειδικά τώρα περισσότερο από ποτέ». Αν και αναγνωρίζει πως ένα μικρό ποσοστό αποσταγμάτων κυκλοφορεί ως συλλεκτικό και πολύ ακριβό, επιμένει πως αυτό είναι πολύ μικρό (περίπου 0,5% της παραγωγής), ενώ η συντριπτική πλειονότητα προορίζεται για άμεση κατανάλωση – κάτι που διαπιστώνει και από την άνθιση των whisky clubs και των limited editions που ανοίγονται και μοιράζονται μεταξύ φίλων, αλλά και τα εξαιρετικής ποιότητας core range σε πολλά brands. Όπως είπε με χαρά, είναι σίγουρη ότι κάτι τέτοιο ισχύει και στην Ελλάδα.
Κλείνοντας τη συζήτησή μας, της ανέφερα πως γνωρίζω ότι στο παρελθόν έχει περάσει τις διακοπές της στη Ρόδο. Αναρωτήθηκα αν θα την ενδιέφερε να επισκεφθεί την Αθήνα στο εγγύς μέλλον, ίσως για ένα δείπνο ή μια γευσιγνωσία με ανθρώπους που τιμούν τα ουίσκι που φτιάχνει. Χωρίς δισταγμό, μου απάντησε: «Ναι, παρακαλώ!» Έχοντας επισκεφθεί τα ελληνικά νησιά αρκετές φορές, ανυπομονεί να επισκεφθεί και την Αθήνα, να γνωρίσει την πολιτιστική κληρονομιά της πόλης και — φυσικά — τη θερμή φιλοξενία των Ελλήνων whisky lovers. Είθε!